Καλό ταξίδι, της ευχήθηκε! Ποιος εύχεται καλό ταξίδι σε άνθρωπο που φορά πιτζάμες; Λες κι ήξερε πως ονειρευόταν ταξίδια. Ήταν μεγάλες οι νύχτες της. Μεγαλύτερες απ’ όσο μπορούσε να αντέξει. Σαν τα παπούτσια που της αγόραζε η μητέρα της. Ένα νούμερο μεγαλύτερα. Του χρόνου δεν θα σου κάνουν, της έλεγε. Τον επόμενο χρόνο τα παπούτσια είχαν τρυπήσει. Στα πέλματά της συσσωρευόταν πάντα ένα κενό.
Η καρδιά της, κι αυτή μεγαλύτερη. Τον ύπνο που περίσσευε τον έκανε αϋπνία. Την αγάπη; Τι φτιάχνει κανείς με την περισσευούμενη αγάπη; Τρύπες! Η αγάπη είναι γεμάτη τρύπες...
Της άρεσε να κοιτάζει εκείνους που κοίταζαν τον ήλιο. Όσοι κοιτούν τον ήλιο, έλεγε, είναι οι καλύτεροι ταξιδευτές.