[άνοιξη βράδυ στη Ρωμαϊκή Αγορά]
Τα κλειδιά δυο περιστέρια που φιλιούνται
πάνω στη ζυγαριά του Γονατά –
ίσα που φαίνεται στο κάδρο,
τμήμα της κεφαλής του
και τα χέρια.
Δεν έτυχε να μάθω μουσική
-ποιος είναι ο φρύγιος, ο λυδικός ο δρόμος-
ούτε τα σύγχρονα που λένε κι εξηγούν αναγνωρίζω.
Τα κλειδιά, όμως·
τα περιστέρια που φιλιούνται πάνω
στα χέρια κι εξαιτίας του,
η κεφαλή που κλίνει στον ρυθμό,
αυτή του η μεσιτεία, λέω,
ίσως να είναι η δική μου μουσική.
Αυτός ο άνδρας με το μισό κεφάλι φανερό μέσα στο κάδρο,
αυτός ο άνδρας με τα πουλιά πλάι στους δύο άλλους
προσευχόταν καθώς έπαιζε.
Κάθε τριγμός και κόμπος στο βραχιόλι του,
κάθε δοξάρι του ζύγι στο τελωνείο.
Σας λέω είναι φανερό:
Κάθε που παίζει μουσική προσεύχεται.
[Σελ.17]
[η λίστα]
Είμαι
οι λέξεις που λένε
εκείνοι
το άσθμα
το χάσμα στο ποίμα
η κουβαρίστρα τους
είμαι
το υφάδι
το σπίτι
κι ο κήπος τους
το χώμα
και το κινούμενο κτέρισμα
του σώματος μνήμη
και τα ονόματά τους κρυφά
είμαι
ό,τι αιμορραγεί
πάνω στους τάφους
[Σελ.45]
Μαίρη Κλιγκάτση - Νυμφώνας - Γαβριηλίδης, 2018