[Η καταστροφή]
I
Σε τούτο τον τόπο,
που κάποιοι λατρέψανε από τα βιβλία,
φέρανε βάρβαρα άρματα και μηχανές.
Αφήσανε τον φόβο τους,
κρατώντας τη σκανδάλη με το χέρι.
Περνούσε ο καιρός.
Γίνανε αγρίμια.
Αγρίμια γίναμε και ‘μείς.
Μα πώς να σε κάνει ο πόλεμος,
να καταστρέφεις ό,τι αγαπάς!
[σελ.21]
[Του θανάτου]
II
Στο χωριό που αποτεφρώθηκε
μόνη γυναίκα θρηνεί για τον χαμό.
Οι άλλοι θρήνησαν νωρίτερα και φύγαν.
Το κλάμα της ακούγεται γοερό.
Μέσα στην ερημιά ο θρήνος της,
θρήνος αγγελικός.
[σελ.31]
VI
Με χαμηλωμένα μάτια στο χώμα,
μάτια του πόνου σκυφτά.
Σκέφτεται πόσους πολέμους γλύτωσε.
Άραγε θα γλύτωνε απ’ αυτόν;
Τούτοι είναι πιο ευγενικοί.
Λίγο πιο έξω απ’ το χωριό
τους εκτέλεσαν όλους.
[σελ.35]
π. Παύλος Καστανάρας - Μικρό άγημα - Ο Μωβ Σκίουρος, 2016
[Μετάφραση: Δωροθέα Σαρφ – Λουφάκη] [Εικονογράφηση: Μαρία Λαγού]