[Μη φεύγεις]
Νύχτα κι αυτή, πίσω με γεροντικές συνήθειες.
Το τσάι βράζει κι εγώ ξεφυλλίζω τις σελίδες μου… βήχω.
Αισθάνομαι το πνευμόνι να ματώνει και μου προκαλεί δυσφορία.
Η βροχή δεν κατάφερε να ξεπλύνει τη γιορτινή ατμόσφαιρα.
Οι απουσίες συσπειρώθηκαν μπρος μας και γύρω μας,
να μας θυμίσουν την ύπαρξή τους.
Σου είπα μη φύγεις, σε χρειάζομαι.
Κι ας ξέρω ότι δεν έκανες παρά μια βόλτα και κούρνιασες ξανά μέσα μου.
Μη φύγεις, έχουμε γιορτή απόψε…. Σερβίρουμε χαρτί και μελάνι.
Όσος χρόνος κι αν περάσει, δε χάνεσαι. Εδώ τριγυρνάς.
Περιμένεις να σερβίρω το τσάι μου, να διαβάσουμε λίγες σελίδες μόνο,
κι ας μας πάρει μετά ο ύπνος ήσυχα ήσυχα…
[Χαμένες ευκαιρίες]
Κι όσο μιλάμε για χαμένες ευκαιρίες,
η ζωή θα κυλά με εμάς χαμένους.
Όσο κι αν παρακαλάμε τους δείκτες να μένουν ακίνητοι
το ρολόι βοηθά το χρόνο στο θλιβερό έργο του.
Τότε που θα κοιτάμε μαζί προς τα πίσω,
ίσως κείνη η ύστερη σοφία μας διορθώσει
και γίνουμε κι εμείς σαν αυτούς τους γέρους
που αρέσκονται να κάνουν τους σοφούς συμβουλάτορες
και να λέμε κι εμείς πως θα κάναμε το ‘να ή τ’ άλλο.
Κι ίσως αφήναμε τα πάθη μας ελεύθερα.
Κι άλλα πάθη ανώφελα τα θάβαμε βαθιά μέσα μας.
Τότε θα είμαστε κι εμείς σαν όλους εκείνους,
που τρώνε τα βράδια τους να συλλογιούνται.
Βάζουν πρόσημο μια συν, μια πλην.
Και ξέρω πως τούτη τη φορά μόνο με συν μπορώ να αθροίσω.
Κι ακόμα και τα νούμερα φτωχά θα είναι,
να διηγηθούν όσα μαζί σου σκέφτηκα.
Ο Γιώργος Αναστασόπουλος γεννήθηκε το 1985 στην Καστοριά. Ζει και εργάζεται ως κτηνίατρος στη Θεσσαλονίκη. Εραστής τη τέχνης της γραφής: ποίησης και πεζογραφίας. Οι ποιητικές συλλογές και το υπόλοιπο συγγραφικό του έργο παραμένει ανέκδοτο και δημοσιοποιείται σταδιακά στο διαδίκτυο. https://paratypo.wordpress.com/