ΤΑ ΠΟΥΛΙΑ-ΟΔΟΝΤΟΓΛΥΦΙΔΕΣ
ΤΑ ΠΟΥΛΙΑ-ΟΔΟΝΤΟΓΛΥΦΙΔΕΣ εἶναι κάτι ἐλάχιστα πουλιά πού ζοῦν σέ τροπικές περιοχές κι ἔχουν μεγάλη ἀδυναμία στούς κροκόδειλους. Εἶναι τόση ἡ ἀγάπη πού τρέφουν γι’ ἀυτά τά ἀπαίσια ἑρπετά, ὥστε παίρνουν στά σοβαρά τά κροκοδείλια δάκρυά τους καί, καθισμένα πάνω στίς τεράστιες κεφαλές τους, πασχίζουν, μέ φτερακίσματα καί τιτιβίσματα γλυκά, νά τούς παρηγορήσουν.
Τά πουλιά-«ὀδοντογλυφίδες λέγονται ἔτσι, γιατί, ἄν κι ἐλάχιστα, ἔχουν πολύ μακριά καί λεπτά ράμφη μέ τά ὁποῖα καθαρίζουνε, μετά τό γεῦμα, τά δόντια τῶν κροκόδειλων. Συμβαίνει ἀκριβῶς αὐτό, καί μή σᾶς φαίνεται παράξενο. Μόλις ἀποφᾶνε οἱ κροκόδειλοι, ἀράζουν , μέ στόματα ὀρθάνοιχτα, στοῦ ποταμοῦ τήν ὄχθη ἤ τῆς λίμνης, ὅπου ζοῦνε, καί παραδίνονται μέ ἀπόλαυση στά ἐπιδέξια ραμφίσματα τῶν φτερωτῶν τους φίλων πού ἄφοβα πετοῦν μέσα στίς φοβερές μασέλες.
Σάν γέρους, ξεμωραμένους γονεῖς, σάν ἀπροστάτευτα ὄντα, ἔτσι τούς βλέπουνε τούς τρομερούς κροκόδειλους αὐτά τά σπλαχνικά πουλιά. Πρέπει νά ποῦμε ὡστόσο ὅτι καί οἱ κροκόδειλοι, αὐτοί οἱ ἄκαρδοι, ψυχροί φονιάδες πού δέν γνωρίζουν ἔλεος τί θά πεῖ, κάνουνε στήν περίπτωση αὐτή (ἀπό συμφέρον, ἔστω) μιάν ἐξαίρεση. Ποτέ κροκόδειλος δέν ἔφαγε, οὔτε κατά λέθος, ἕνα πουλί-ὀδοντογλυφίδα.
Ὁ Χιλιανός ποιητής Nicanor Parra πρέπει νά γνώριζε τήν ὕπαρξη αὐτῶν τῶν πουλιῶν κι αὐτή τήν ἀμοιβαία σχέση ἀγάπης, ὅταν ἔγραφε τό ἑξῆς ποίημα:
ΣΥΝΤΑΞΗ
Μέ τά πρῶτα συμπτώματα τῆς ἄνοιξης
Καταφθάνουν οἱ συνταξιοῦχοι
Στήν Πλάσα ντέ Ἄρμας τοῦ Σαντιάγκο τῆς Χιλῆς
Καί κάθονται στούς σιδερένιους πάγκους
Μέ τό ‘να πόδι πάνω στ’ ἄλλο
Γιά νά χαροῦν τόν διάφανο ἀέρα
Κάτω ἀπό μιά βροχή γκρίζων περιστεριῶν.
Οἱ συνταξιοῦχοι συμβιώνουν
Μ’ἐτοῦτα τά πουλιά χρώματος τρόμου:
Αὐτοί τούς προσφέρουνε φιστίκια
Κι ἐκεῖνα
Μέ φιλικά ραμφίσματα
Τούς καθαρίζουνε τα δόντια.
Οἱ συνταξιοῦχοι εἶναι γιά τά περιστέρια
Ὅ,τι οἱ κροκόδειλοι γιά τούς ἀγγέλους.
Απόσπασμα από τις σελίδες: 30,31,32.
Αργύρης Χιόνης - Όντα και μη όντα – Γαβριηλίδης, 2006