Τα παραμύθια ήταν και παραμένουν το πιο τρυφερό, το πιο αγνό λογοτεχνικό είδος. Και αυτά που απευθύνονται σε παιδιά και εκείνα – όπως η Ελένη – που απευθύνονται σε ενήλικες.
Εξετάζοντας ένα παραμύθι από την πλευρά του δημιουργού διαπιστώνουμε [σε πρώτη ανάγνωση] ότι αποτελεί ένα γράμμα του ανήλικου συγγραφέα στον ενήλικα εαυτό του. Ένα σήμα κινδύνου. Μια υπενθύμιση.
Εν αντιθέσει μ’ ένα παιδικό παραμύθι η «Ελένη», η ηλιαχτίδα του Κώστα Θερμογιάννη δεν παλεύει να κοιμίσει μελωδικά ένα παιδί αλλά να ξυπνήσει από το λήθαργο κάθε ενήλικα.
Εδώ βέβαια γεννάτε το ερώτημα. Μπορεί κανείς να διακρίνει μία και μόνο ηλιαχτίδα όταν το φως ακμάζει;
Μαθαίνει να μπορεί. Η όραση είναι γνώση. Γνώση η οποία αποκτάται κατά τη διάρκεια του ταξιδιού και εφαρμόζεται στον προορισμό.
Γράφει, ο Κώστας Θερμογιάννης:
Οι ηλιαχτίδες όμως δεν μπορούν να μείνουν για πολύ δίπλα στα αστέρια που τις γεννούν γιατί έχουν μεγάλη ταχύτητα κι έτσι αργά ή γρήγορα ξεκινούν για το ταξίδι της ζωής, ακόμα κι αν δεν το θέλουν!
Στο ταξίδι αυτό ο πατέρας ήλιος δείχνει τον δρόμο που πρέπει τα παιδιά του να ακολουθήσουν. Μια ευθεία δίχως στροφές και παρακάμψεις. Ένα ταξίδι με κοινό προορισμό από διαφορετική όμως κατεύθυνση για κάθε παιδί.
Οι γονείς, στην προσπάθειά τους να μετριάσουν τους κινδύνους, κληροδοτούν στα παιδιά τους τα μονοπάτια που οι ίδιοι ακολούθησαν. Παρότι γνωρίζουν ότι κανένα μονοπάτι δεν οδηγεί δύο φορές στον ίδιο προορισμό.
Η Ελένη αφομοιώνοντας την λύπη του αποχωρισμού επικεντρώνεται στην μοναχική πορεία της. Την οποία αρχικά κατανοεί. Όταν όμως αρχίζει να παρατηρεί και να αντιλαμβάνεται τις λεπτομέρειες του κόσμου παύει να τρέφεται με τη σοφία των μεγαλυτέρων. Η δίψα και η περιέργειά της να γνωρίσει κάθε πτυχή του κόσμου που την περιβάλει δεν συμβαδίζουν με την ευθύγραμμη πορεία που η μοίρα της έχει επιβάλει.
Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού προσθέτει σταδιακά κομμάτια του εαυτού της που αργότερα θα της επιτρέψουν να ολοκληρωθεί. Με πρώτο και σημαντικότερο τη φιλία. Η φιλία τη βοηθά να γνωρίσει το σύμπαν σε όλες του τις διαστάσεις. Μαθαίνει να μοιράζεται την αγάπη, τις ιδέες, τα μυστικά, τις διαφωνίες της. Ανακαλύπτει την έννοια της ελευθερίας. Και φυσικά του χρόνου. Στον οποίο όλα τα πλάσματα του κόσμου κάποια στιγμή λογοδοτούν.
Γράφει: ο Κώστας Θερμογιάννης
-«Εξέλιξη; Χρόνος; Τί είναι ο χρόνος;» ρώτησε γεμάτη απορία.
-«Καλή μου ηλιαχτίδα, είναι πολύ δύσκολο για σένα να καταλάβεις τι είναι ο χρόνος, γιατί είσαι πολύ νέα και η δική σου ζωή είναι μια ατελείωτη ευθεία και ποτέ δεν βλέπεις το ίδιο πράγμα δύο φορές» της είπε σηκώνοντας τα φρύδια του ψηλά.
-«Δηλαδή, για να καταλάβω τι είναι ο χρόνος πρέπει να καταφέρω να δω τα ίδια πράγματα δυο ή περισσότερες φορές;» έκανε η Ελένη.
Θα μπορούσε να πει κανείς ότι ο Θερμογιάννης, τοποθετώντας την ηρωίδα του σε μονόδρομη πορεία καταφέρνει να παρακάμψει τον χρόνο. Προς τιμήν του όμως της γνωστοποίει την πραγματικότητα. Ότι δηλαδή ο χρόνος να είναι μια ατελείωτη επανάληψη, ένας κύκλος, με αρχή, μέση και τέλος που απ’ τη μία προσφέρει φθορά και από την άλλη συνέχεια.
Η αποκάλυψη της έννοιας του χρόνου δίνει σκοπό στο ταξίδι της Ελένης. Σκοπό και στόχο. Σκοπός του ταξιδιού γίνεται η επιστροφή. Στόχος η αλλαγή πορείας. Το ανέφικτο. Η Ελένη θέλει να επιστρέψει εκεί απ’ όπου ξεκίνησε. Να δει ξανά τον πατέρα της. Να δει πως εξελίσσεται το σύμπαν πίσω από την πλάτη της.
Να δώσει στον εαυτό της το δικαίωμα της επιλογής.
Ο Κώστας Θερμογιάννης κινείται σε τροχιά γύρω από τον ήλιο. Μιλά για ουράνιους πλανήτες, αστεροειδείς, μαύρες τρύπες. Μιλά για ενέργεια και ύλη. Ασπάζεται μια λιγότερο οικεία σ’ εμάς βαρύτητα.
Ο στόχος του συγγραφέα είναι διπλός. Αρχικά η εξοικείωση του ανάγνωση με το άγνωστο αυτό τοπίο και εν συνεχεία η ενσωμάτωση του σε αυτό. Όχι μόνο οπτική αλλά και ουσιαστική ενσωμάτωση. Ο Θερμογιάννης διαλέγει έναν εξαιρετικά ευρηματικό τρόπο για να μιλήσει για την καθημερινότητά μας. Για την σκοτεινή πλευρά του κόσμου. Τις ανισότητες, την απώλεια, την αλληλεγγύη. Τη δύναμη της θέλησης. Την αλήθεια και όλα τα παράγωγά της. Το φως και το σκοτάδι της εξουσίας. Τη ματαιοδοξία. Τις φυλετικές, και όχι μόνο, διακρίσεις. Τον πόλεμο. Την ελευθερία.
Μας θυμίζει τα αυτονόητα. Τη σπουδαιότητα ενός κόκκου άμμου για την εύρυθμη λειτουργία του πλανήτη. Την αναγκαιότητα της αγάπης.
Για να πετύχει το εγχείρημά του προσεγγίζει τον ουρανό. Θ’ αναρωτηθεί κανείς γιατί φτάνει τόσο μακριά για να μας πείσει;
Ίσως γιατί ο άνθρωπος χρειάζεται να κοιτάξει ως την άκρη του κόσμου για να καταλάβει τι συμβαίνει δίπλα του.
Κείμενο: Αντώνης Τσόκος