Τα μεσημέρια του Αυγούστου
οι ληθοποιοί στήνουν γλέντια
στις ταφόπλακες,
καθαρίζοντας τα γένια τους με δάκρυα (κλεμμένα).
Και μαυσωλεία χτίζουν
να τιμήσουν
τους λαμπερούς συνεχιστές του χρόνου.
Ω, πλούσια χοροεσπερίδα
απλώνεται στον κίτρινο ουρανό,
δίχως να λείπουν απ’ τις ορχήστρες
οι συντηρητές της αλαλίας.
Και σύμμαχοί στο πανηγύρι:
οι λεξιπλόκοι,
να γεννοβολούν – συνεχώς – οδηγίες
για τις ολογράμματες κινητοποιήσεις
(ιδιαιτέρως τις πολυάνθρωπες και λιγότερο
τις προσωποπαγείς),
σχεδιάζοντας ευκαιρίες
μασκαρεμένες με χρώματα
ιριδίζοντα κι ηδονικά.
Μα – κάπως ξαφνικά –
στα ταμεία της κατάταξης
το ταξίδι τελειώνει.
Στις αποβάθρες μεταφορείς
και περατάρηδες
βυσσοδομούν
για τις ισχνές απολαβές τους.
Και οι λογοθέτες τις τεφροδόχους
σπρώχνουν καθημερινά
(κι είναι πολλές),
γελώντας με τους δηλωσίες
της αγάπης (κυρίως),
που τη διαδρομή δεν τη γνώριζαν
(σαν επώνυμοι χλευαστές)
κι ούτε και τώρα τη γνωρίζουν
(σαν ανώνυμοι επιβάτες).
Οι άλλοι δεν έχουν
κάποια γοητεία.
Ο Χριστόφορος Τριάντης υπηρετεί στη δημόσια εκπαίδευση από το 1998 . Αρθρογραφεί στον τοπικό τύπο των Τρικάλων και στην ιστοσελίδα του τοπικού συνδέσμου φιλολόγων (filologoi.gr). Επιθυμία του είναι να γράφει ποιήματα χρησιμοποιώντας τις λέξεις «με προσοχή, πάθος και αίμα!» όπως είπε ο Νίτσε και «να εξαφανίσει τη ματαιοδοξία του» όπως είπε ο Έζρα Πάουντ.