Μιροσλάβ Πένκοφ | Ανατολικά της Δύσης

Απόσπασμα από το διήγημα “Οι ληστές του σταυρού”. Σελίδες, 156, 157.


Ο Γκόγκο κι εγώ έχουμε μετατρέψει τις κλοπές σε κάτι σαν ανθρωπιστική αποστολή. Κλέβουμε από γενναιοδωρία, με μεγάλη απροθυμία, με αποστροφή. Δεν το κάνουμε για τους εαυτούς μας, εννοείται, γιατί αυτό θα ήταν πρόστυχο. Κλέβουμε για τον αδερφό του Γκόγκο. Του αγοράζουμε ηρωίνη, τον βγάζουμε μ’ εγγύηση από τη φυλακή, αγοράζουμε εισιτήρια για ποδοσφαιρικούς αγώνες ώστε και ο αδερφός του Γκόγκο να νιώσει κανονικός άνθρωπος και να βρει μια υγιή διασκέδαση. Τις μισές φορές, εντελώς τυχαία, ξεχνάμε να του δώσουμε τα χρήματα. Για παράδειγμα, δεν τον βγάλαμε όντως με εγγύηση από τη φυλακή. Σκεφτήκαμε πως λίγη πειθαρχία θα του έκανε καλό. Πως να ξέραμε ότι οι μπάτσοι με τη στολή θα τον έδερναν τόσο άσχημα και θα του ‘σπαγαν τη μύτη;

Ο Γκόγκο κι εγώ κλέβουμε πράγματα και τα πουλάμε, κυρίως στον παππού. Μπήκαμε κρυφά στην αίθουσα βιολογίας και πήραμε το κρανίο που ο δάσκαλός μας χρησιμοποιούσε για τασάκι. Μετά ο παππούς είπε πως τάχα το πούλησε στη μαύρη αγορά σαν αυθεντικό κρανίο από την κομμουνιστική εξέγερση του 1944. Δεν εντυπωσιάστηκε όταν του είπα πως το κρανίο άνηκε στον Τόσκο Αφρικάνσκι, έναν χιμπατζή στον ζωολογικό κήπο της Σόφιας. “Αυτό δεν θα πουλούσε και πολύ, έτσι δεν είναι;” είπε εκείνος. “Άκου, Ράντο, ένα παπούτσι χωρίς σωστή ιστορία να το υποστηρίξει είναι ένα τίποτα, χειρότερο κι από σκατά. Αλλά πες πως είναι το παπούτσι ο Χρουστσόφ  χτύπησε στο τραπέζι και τότε η τιμή εκτοξεύεται τουλάχιστον στις δέκα χιλιάδες. Έχω πουλήσει πέντε τέτοια και τα δύο ήταν σπορτέξ. Ακόμα και τα σκατά, με τη σωστή ιστορία, γίνονται σημαντικά”. Κι ύστερα βάζει κλεμμένα αντικείμενα στα χέρια μου και μου ζητάει να του δώσω ιστορία και νόημα.
Ο Γκογκο κι εγώ έχουμε κλέψει φλάσκες και πιπέτες από την αίθουσα χημείας που μετά ο παππούς τις πούλησε για φλάκσες και πιπέτες των Ναζί που τις έφεραν στη Βουλγαρία με την πτώση του Βερολίνου (με το λόγο της παράνομης εισαγωγής τους στη χώρα μας να είναι τόσο μυστήριος όσο το οξύ που έσβησε τις σβάστικες από πάνω τους). Έχουμε κλέψει χάλκινα πηνία από το εργαστήριο φυσικής (ένα σοβιετικό απομεινάρι από την άνοιξη της Πράγας το ’68), ένα χάρτη των Βαλκανικών Πολέμων (συλλεκτικό, πρώτη έκδοση!), μια υδρόγειο (με την ΕΣΣΔ ακόμα ενιαία και κραταιή). Φαίνεται πως στη Βουλγαρία υπάρχει σήμερα μαύρη αγορά για τα πάντα.
Αλλά ο Γκόγκο κι εγώ δεν είμαστε ληστές. Σφετεριστές μπορεί. Δημιουργοί μύθων. Όμως ληστές θα ήταν πολύ πρόστυχο. Πρέπει να βάζεις ένα όριο κάπου και το να βάζεις όρια, έχω αντιληφθεί, είναι ακριβώς όπως το να ζητάς συγγνώμη. Μερικές φορές μπορεί να θέσει κανείς το όριο εκ των υστέρων.

Μετάφραση: Άκης Παπαντώνης
Μιροσλάβ Πένκοφ - Ανατολικά της Δύσης - Αντίποδες, 2016  

Αφήστε μια απάντηση