Απόσπασμα από το κεφάλαιο “Το όνειρο του Νικανόρ Ιβάνοβιτς”, σελίδες 177,178.
Δεν είναι δύσκολο να μαντέψει κανείς ότι ο χοντρός με το βυσσινί πρόσωπο, που είχαν κουβαλήσει στην κλινική και τον κλείσανε στο δωμάτιο 119, ήταν ο Νικανόρ Ιβάνοβιτς Μποσόι.
Αλλά πριν τον παραλάβει ο καθηγητής Στραβίσνκι, επισκέφτηκε πρώτα ένα άλλο μέρος.
Απ’ αυτό το μέρος μείνανε λίγα πράγματα στη μνήμη του Νικανόρ Ιβάνοβιτς. Θυμόταν μόνο ένα γραφείο, μια ντουλάπα κι ένα σοφά.
Εκεί κάνανε μια κουβεντούλα με τον Νικανόρ Ιβάνοβιτς, μα καθώς τα μάτια του ήταν γεμάτα αίμα και θολά, και βρισκόταν σε μια τρομερή ψυχική αναταραχή, η κουβεντούλα αυτή βγήκε αλλόκοτη, μπερδεμένη, και θα ήταν πιο σωστό να πούμε πως δεν κατάφεραν να βγάλουν κανένα συμπέρασμα.
Η πρώτη κιόλας ερώτηση που έκαναν στον Νικανόρ Ιβάνοβιτς ήταν τούτη:
– Είστε ο Νικανόρ Ιβάνοβιτς Μποσόι, πρόεδρος της ένωσης ενοίκων της πολυκατοικίας αριθ. 302Β, στην οδό Σαντόβαγια;
Σ’ αυτό ο Νικανόρ Ιβάνοβιτς, γελώντας άγρια, απάντησε ακριβώς έτσι:
– Είμαι ο Νικανόρ, και βέβαια είμαι ο Νικανόρ! Όσο για πρόεδρος, τί πρόεδρος; Ένας καραγκιόζης είμαι!
– Τί θέλεις να πεις; ρώτησαν τον Νικανόρ Ιβάνοβιτς και συνοφρυώθηκαν.
– Γιατί αν ήμουνα πραγματικός πρόεδρος, τότε θα’πρεπε αμέσως να καταλάβω ότι αυτός ήταν πνεύμα του πονηρού! Με τα σπασμένα του πένσ-νε…κουρελιασμένος…μα πώς ήταν δυνατόν να είναι διερμηνέας του ξένου;
– Για ποιον μιλάτε; ρώτησαν τον Νικανόρ Ιβάνοβιτς.
– Ο Κοροβιόφ! φώναξε ο Νικανόρ Ιβάνοβιτς, εγκαταστάθηκε στο σπίτι μας, στο διαμέρισμα αριθ. 50! Πρέπει να τον συλλάβετε αμέσως! Γράψτε: έκτη είσοδος, εκεί θα τον βρήτε.
– Πού βρήκες το συνάλλαγμα; ρώτησαν εμπιστευτικά τον Νικανόρ Ιβάνοβιτς.
– Μάρτυράς μου αληθινός, ο παντοδύναμος Θεός, είπε ο Νικανόρ Ιβάνοβιτς, που τα βλέπει όλα και αυτός θα με σώσει. Ποτέ δεν κράτησα στα χέρια μου συνάλλαγμα, ούτε υποψιαζόμουνα ότι αυτά τα χρήματα ήταν ξένα. Ο Θεός θα με τιμωρήσει για την αμαρτία μου, συνέχισε με πάθος ο Νικανόρ Ιβάνοβιτς, μια ξεκουμπώνοντας το πουκάμισό του και μια κουμπώνοντάς το πάλι, και κάνοντας το σταυρό του. Πήρα χρήματα! Το παραδέχομαι, αλλά πήρα δικά μας, σοβιετικά! Έπαιρνα παραπάνω, αυτό γινόταν, το παραδέχομαι. Κι ο γραμματέας μας ο Προλεζνιόφ, καλός είναι κι αυτός! Για να λέμε την αλήθεια, στην επιτροπή της ένωσης ενοίκων, όλοι μας είμαστε κλέφτες. Όμως ποτέ μου δεν πήρα ξένο συνάλλαγμα.
Όταν τον παρακάλεσαν να πάψει να παριστάνει το βλάκα και να εξηγήσει πώς βρέθηκαν τα δολάρια στον εξαεριστήρα του, ο Νικανόρ Ιβάνοβιτς έπεσε στα γόνατα και άρχισε να κουνιέται πέρα – δώθε, ανοίγοντας το στόμα του σαν να’ θελε να καταπιεί τα διασταυρωμένα ξύλα του παρκέτου.
– Να φάω και χώμα αν θέλετε, βογκούσε, για να σας πείσω πως δεν τα πήρα. Και κείνος, ο Κοροβιόφ, είναι ο διάβολος.
Κάθε υπομονή έχει και όριά της, και πίσω απ’ το τραπέζι υψώθηκαν φωνές, που ήθελαν να του δώσουν να καταλάβει, του Νικανόρ Ιβάνοβιτς, πως έπρεπε να σταματήσει τις ασυναρτησίες και να μιλήσει ανθρώπινα.
Ξαφνικά σ’ εκείνο το δωμάτιο με το σοφά, αντήχησε το ουρλιαχτό του Νικανόρ Ιβάνοβιτς που τινάχτηκε ορθός:
– Νάτος! Νάτος πίσω απ’ τη ντουλάπα! Κοιτάξτε πώς χαμογελάει! Και τα πένσ-νε του…Πιάστε το! Κάντε αγιασμό στο δωμάτιο!
Το αίμα είχε φύγει από το πρόσωπο του Νικανόρ Ιβάνοβιτς που τρέμοντας σταύρωνε τον αέρα, έτρεχε στην πόρτα και μετά πάλι πίσω κι άρχισε να ψέλνει κάποια προσευχή, ώσπου στο τέλος τον έπιασε ένα ακατάσχετο παραλήρημα.
Ήταν ολοφάνερο πως ο Νικανόρ Ιβάνοβιτς δεν ήταν ικανός για καμιά συζήτηση, τον πήραν έξω, τον βάλαμε σ’ ένα ξεχωριστό δωμάτιο, όπου ηρέμησε κάπως και μόνο προσευχόταν και στέναζε.
Μετάφραση: Τίνα Καραγεώργη, Γιούρι Γιαννακόπουλος
Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ - Ο Μαιτρ και η Μαργαρίτα - Εκδόσεις Θεμέλιο, 1991