Τσαρλς Μπουκόβσκι | Γυναίκες


Αφού γυρίσαμε στο Λος Άνζτελες, ζήσαμε σχεδόν μία εβδομάδα ηρεμίας και γαλήνης. Κάποια στιγμή, χτύπησε το τηλέφωνο.
Ήταν ο ιδιοκτήτης ενός νυχτερινού κέντρου στο Μανχάταν Μπιτς, ο Μάρτι Σίβερς. Είχα κάνει δημόσιες απαγγελίες εκεί., κάνα δυο φορές. Το κέντρο το έλεγαν Σμακ – Χάι.
“Τσινάσκι, θέλω να ‘ρθεις να διαβάσεις εδώ την επόμενη Παρασκευή. Θα τσιμπήσεις κοντά τετρακόσια πενήντα δολάρια”.
“Μια χαρά είναι”.
Εκεί έπαιζαν συγκροτήματα ροκ. Ήταν διαφορετικό το ακροατήριο από κείνο των πανεπιστημίων και των κολεγίων. Ήταν άγριοι και προκλητικοί οι τύποι όσο κι εγώ, και μ’ άρεσε αυτό, το προτιμούσα.
“Τσινάσκι” είπε ο Μάρτι “θαρρείς ότι έχεις μπελάδες με τις γυναίκες. Κάτσε να σου πω τα δικά μου. Αυτή που έχω τώρα έχει τρέλα με τα παράθυρα και τις πόρτες. Εκεί που κοιμάμαι, σκάει μύτη στο υπνοδωμάτιο στις τρεις ή τέσσερις τα ξημερώματα. Με τραντάζει, με κοψοχολιάζει, με κάνει και χέζομαι απ’ την τρομάρα μου. Στέκεται αποπάνω μου και λέει: “Απλώς θα ήθελα να δω ότι δεν κοιμάσαι με καμιά άλλη”.

Γυναίκες - Τσαρλς Μπουκόβσκι - Εκδόσεις Μεταίχμιο
Μετάφραση: Γιώργος - Ίκαρος Μπαμπασάκης

Αφήστε μια απάντηση